Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > hipocampo

hipocampo

Ventral part of the diencephalon extending from the region of the optic chiasm to the caudal border of the mammillary bodies and forming the inferior and lateral walls of the third ventricle.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Agriculture
  • Category: General agriculture
  • Company: USDA
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

michael.cen
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 13

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Sociology Category: General sociology

comercio electrónico

Numerosas maneras con que la gente con acceso a internet hace negocios desde sus computadoras.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Bend It Like Beckham (Gurinder Chadha, Director) Blossary

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   1 1 Όροι

Reach for the Moon

Κατηγορία: Other   2 8 Όροι