Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > terpenoidos
terpenoidos
Natural products and related compounds formally derived from isoprene units. They contain oxygen in various functional groups.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Agriculture
- Category: General agriculture
- Company: USDA
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Translation & localization Category: Translation
español
El español es un idioma que proviene de España y que se habla en muchos otros países.
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
farooq92
0
Όροι
47
Γλωσσάρια
3
Οπαδοί
Most Expensive Accidents in History
Κατηγορία: Ιστορία 1 9 Όροι
Browers Terms By Category
- Muscular(158)
- Brain(145)
- Human body(144)
- Developmental anatomy(72)
- Nervous system(57)
- Arteries(53)
Anatomy(873) Terms
- Human evolution(1831)
- Evolution(562)
- General archaeology(328)
- Archaeology tools(11)
- Προϊόντα Τέχνης(8)
- Dig sites(4)
Αρχαιολογία(2749) Terms
- Γενική νομική(5868)
- Courts(823)
- Ευρεσιτεχνίες & εμπορικά σήματα(449)
- DNA forensics(434)
- Family law(220)
- Legal aid (criminal)(82)
Legal services(8095) Terms
- Cheese(628)
- Butter(185)
- Ice cream(118)
- Yoghurt(45)
- Milk(26)
- Cream products(11)
Dairy products(1013) Terms
- Δημοσιογραφία(537)
- Τύπος(79)
- Δημοσιογραφία έρευνας(44)