Home > Βιομηχανία/Τομέας > Λογιστική > Payroll
Payroll
Of or relating to the financial record of employees' salaries, wages, bonuses, net pay, and deductions.
Industry: Λογιστική
Προσθήκη νέου όρουContributors in Payroll
Payroll
πιστωτικό ίδρυμα αρχικής κατάθεσης (ODFI)
Λογιστική; Payroll
Ενα πιστωτικό ίδρυμα που πληρεί τις προυποθέσεις για καταθέσεις χρημάτων από εισαγωγές που υποβάλλονται από έναν εργοδότη ως μέρος της διαδικασίας αρχικής κατάθεσης. ...
τιμές ανα έδρα
Λογιστική; Payroll
μια σταθερή τιμή ημερησίως που δίνει ο εργοδότης στους υπαλλήλους για έξοδα διανυκτέρευσης , γεύματα και ατυχήματα, παρά να ζητά από τους υπαλλήλους να ορίζουν μόνοι τους τα ποσά που χρειάζονται. Οι ...
πληρωμή σύνταξης
Λογιστική; Payroll
Ποσά που πληρώνονται σε υπαλλήλους που έχουν βγεί σε σύνταξη, γνωστά επίσης ως ποσά με ειδοποίηση λήξης συμβολαίου ή ποσό ...
κόστος προσαρμογής διαβίωσης (COLA)
Λογιστική; Payroll
Αύξηση ήμερομισθίων ή πληρωμές οφελών σε λογαριασμό για αλλαγές του κόστους διαβίωσης, που βασίζονται γενικά σε αλλαγές του ...
πλάνο κατανομής εργασίας
Λογιστική; Payroll
Μια συμφωνία μείωσης των ωρών εργασίας τον υπαλλήλων προκειμένου να μην μετακινηθούν άλλοι υπάλληλοι. Οι υπάλληλοι των οπόίων οι ώρες έχουν μειωθεί για να λάβου επίδομα ...
Ποσό ετησίως
Λογιστική; Payroll
Ποσό πληρωμής ετησίως ή αμοιβαία κεφάλαια πουδίνεται για σύνταξη σε υπαλλήλους δημόσιων σχολείων και φοροαπαλλαγή. ...