Home > Βιομηχανία/Τομέας > Λογιστική > Payroll

Payroll

Of or relating to the financial record of employees' salaries, wages, bonuses, net pay, and deductions.

Contributors in Payroll

Payroll

δημόσιες υπηρεσίες ως εργοδότες

Λογιστική; Payroll

Δημόσιες υπηρεσίες ως εργοδότες (πχ σε μια περιοχή, πόλη, χωρίο)ή περιοχή που βρίσκεται μια τέτοια υπηρεσία (π.χ σχολική ...

οφειλέτης

Λογιστική; Payroll

Ενας εργοδότης που παίρνει εντολή παρακράτησης ποσού από τον μισθό του υπαλλήλου για να πληρώσει ένα χρέος. Ο οφειλέτης μπορεί έπίσης να είναι οφειλέτηςς χρέους για το οποίο ο πιστωτής έχει κινήσει ...

εξαίρεση εισοδήματος που αποκτήθηκε στο εξωτερικό

Λογιστική; Payroll

Εκλογή ενός πολίτη των ΗΠΑ ή κάτοίκου που εργάζεται στο εξωτερικό προκειμένου να εξαιρεθεί ένα ένα ποσό από την φορολόγηση που αποκτήθηκε στο εξωτερικό. ...

εταιρεία εργοδότη

Λογιστική; Payroll

Μια εταιρεία στο εξωτερικό που ενοικιάστηκε για να αναλάβει την διοίκση μερικών ή όλων HR και σχετικές επιχειρήσεις ...

τοπικό εθνικό

Λογιστική; Payroll

Ενας υπάλληλος που εργάζεται στην χώρα που ΄ζει, ακόμα και αν ο υπάλληλος μπορεί να είναι πολίτης άλλης ...

συλλογικό πλάνο νομικών υπηρεσιών

Λογιστική; Payroll

Το πλάνο ενός εργοδότη που κάνει πληρωμές εκ των προτέρων για νομικές υπηρεσίες προσωπικά για υπαλλήλους και τους υφισταμένους ...

εργοδότης με λογαριασμό σε μετρητά

Λογιστική; Payroll

Ενας εργοδότης του οποίου οι εισφορές φορολόγησης λόγω ανερργίας είναι πιο πολλές από τα κέρδη λογαριασμού του που φορολογούνται λόγω ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Capital Market Theory

Κατηγορία: Business   1 15 Όροι

Glossary of Neurological

Κατηγορία: Health   1 24 Όροι