Home > Βιομηχανία/Τομέας > Υγεία > Pharmacy
Pharmacy
1) The science and practice of the preparation and dispensing of medicinal drugs. 2) A store where medicinal drugs are dispensed and sold.
Industry: Υγεία
Προσθήκη νέου όρουContributors in Pharmacy
Pharmacy
μη-maleficence
Υγεία; Pharmacy
*Πάνω από όλα, δεν βλάπτει. Υπηρεσίες περίθαλψης της *μια από τις πρωτογενείς ηθικές αρχές που υποκρύπτεται κάτω από την πρακτική των φαρμακευτικών προϊόντων. ...
γενικευμένων εκτίμηση εξισώσεις (GEE)
Υγεία; Pharmacy
Μια σύνθετη πολυμεταβλητά μέθοδος που χρησιμοποιείται για να αναλύσετε τις καταστάσεις στην οποία είναι ένθετα μέσα σε ομάδες θέματα, όταν παρατηρήσεων μεταξύ θέματα δεν είναι ανεξάρτητες. ...
haptocorrin
Υγεία; Pharmacy
Μια ομάδα από μεταφορέα πρωτεϊνών που δεσμεύουν με βιταμίνη B12 στο αίμα και των ενισχύσεων της μεταφοράς.
ΑΠΟΦΑΣΙΣΜΕΝΕΣ
Υγεία; Pharmacy
Όροι *ένα από τα πρότυπα για να περιγράψει την κατάσταση αποτέλεσμα ενός ασθενούς παθολογική κατάσταση που αντιμετωπίζονται με φαρμακοθεραπείας. *Στόχους της θεραπείας έχουν επιτευχθεί. Ναρκωτικών ...
glomerulus
Υγεία; Pharmacy
Ένα οποία τριχοειδές κρεβάτι σε τα νεφρά που είναι υπεύθυνος για το φιλτράρισμα νερού και μικρό μοριακό βάρος ουσιών από το ...
thrombotic thrombocytopenic purpura
Υγεία; Pharmacy
Μια απειλητική για τη ζωή ασθένεια που αφορούν embolism και θρόμβωση των μικρών σκαφών αίματος του εγκεφάλου και των ...