Home > Βιομηχανία/Τομέας > Υγεία > Pharmacy
Pharmacy
1) The science and practice of the preparation and dispensing of medicinal drugs. 2) A store where medicinal drugs are dispensed and sold.
Industry: Υγεία
Προσθήκη νέου όρουContributors in Pharmacy
Pharmacy
συσκευή intrauterine
Υγεία; Pharmacy
Μια συσκευή που εισάγεται στην μήτρα για την πρόληψη της εγκυμοσύνης, είτε μέσω της spermicidal δράσης (χαλκού συσκευή) ή προσαύξησης του τραχήλου της μήτρας βλέννας δια των οποίων αναχαιτίζεται ...
ιογενείς επιπωματισμού fevers
Υγεία; Pharmacy
Μια ομάδα απειλητικές ασθένειες που προκαλούνται από την filoviruses (π.χ., τον Έμπολα και Μάρμπουργκ) και arenaviruses (π.χ., Lassa και Machupo). Φυσικής εμφάνισης είναι γεωγραφικά περιορισμένη, ...
εθνική νεφρά ιδρύματος (NKF)
Υγεία; Pharmacy
Μια μείζονα υγειονομικό εθελοντική οργάνωση που επιδιώκει να αποτρέψει νεφρών και μόλυνση στον ουρικό σωλήνα ασθένειες, τη βελτίωση της υγείας και την ευημερία των πολιτών και τις οικογένειες που ...
Δυτική Νείλου ιού
Υγεία; Pharmacy
Ένα μέλος του γένους Flavivirus για πρώτη φορά το 1937 στην περιφέρεια του Δυτικού Νείλου της Ουγκάντα. Ο ιός είναι επιτυχής μεταξύ των πτηνών από κουνουπιών, η οποία με τη σειρά τους μπορούν να ...
hypertensive έκτακτης ανάγκης
Υγεία; Pharmacy
Μια κλινική κατάσταση στην οποία ασθενούς έχει εξαιρετικά υψηλή πίεση αίματος τιμές, συνήθως μεγαλύτερο από 180/120 mm Hg που συνοδεύεται επίσης από την παρουσία των ζημιών οξείες ή/και προωθώντας ...
haptoglobin
Υγεία; Pharmacy
Μια ομάδα 2-globulins στην ανθρώπινη ορό, οι λεγόμενες λόγω της ικανότητάς τους να συνδυαστεί με την αιμοσφαιρίνη, πρόληψη απώλειας στα ούρα, τα επίπεδα είναι μειώθηκε το αιμολυτική διαταραχές και ...