Home > Βιομηχανία/Τομέας > Υγεία > Pharmacy

Pharmacy

1) The science and practice of the preparation and dispensing of medicinal drugs. 2) A store where medicinal drugs are dispensed and sold.

Contributors in Pharmacy

Pharmacy

νορεπινεφρίνης (NE)

Υγεία; Pharmacy

Μια ορμόνη η οποία εκκρίνεται από μυελός επινεφρίδια και επίσης να κυκλοφορήσει σε synapses.

Οι βαθμοί ελευθερίας του (DF)

Υγεία; Pharmacy

Μια παράμετρος σε ορισμένες που χρησιμοποιούνται συνήθως κατανομές πιθανότητας, π.χ., την κατανομή t και του chi-square ...

ενεργητική επιτήρηση

Υγεία; Pharmacy

Σύστημα συλλογής δεδομένων, στην οποία οι υπεύθυνοι για τη συλλογή των πληροφοριών μεταβείτε στην Κοινότητα υπό παρατήρηση (συνήθως προσδιορίζεται από γεωγραφικά σύνορα) για τη συγκέντρωση δεδομένων ...

hypertensive κατεπείγοντος

Υγεία; Pharmacy

Μια κλινική κατάσταση στην οποία ασθενούς έχει εξαιρετικά υψηλή πίεση αίματος τιμές, συνήθως μεγαλύτερο από 180/120 mm Hg που δεν συνοδεύεται από οξεία ή προωθώντας προορισμού-οργάνου ζημία. Αυτές ...

pseudohypertension

Υγεία; Pharmacy

Μια μέτρηση ψευδώς αυξημένη πίεση του αίματος, που είναι συνήθως λόγω των αρτηριών άκαμπτη, calcified brachial, Αυτό μπορεί να θεωρηθεί σε ασθενείς που είναι ≥65 ετών, έχουν μακροχρόνιες διαβήτη, ή ...

σοβαρό οξύ αναπνευστικό σύνδρομο (SARS)

Υγεία; Pharmacy

Μια άκρως μεταδοτική και απειλητικές αναπνευστικού ασθένεια που προέκυψαν πρώτα τον χειμώνα του 2002–2003 στην Κίνα και ταχέως εξαπλωθεί σε όλο τον ...

ένδειξη ναρκωτικών θεραπείας

Υγεία; Pharmacy

*Λόγος για τη χρήση ναρκωτικών θεραπείας για τη θεραπεία, πρόληψη ή διάγνωση της μια συνθήκη (ασθένεια, το σύμπτωμα) σε έναν συγκεκριμένο ασθενή. Σύμβολο *a ή το σύμπτωμα για να προτείνει την ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

10 Countries That Dont Officially Exist

Κατηγορία: Γεωγραφία   1 10 Όροι

Coffee beans

Κατηγορία: Food   1 6 Όροι