Home > Βιομηχανία/Τομέας > Εκπαίδευση > SAT vocabulary

SAT vocabulary

Scholastic Aptitude Test (SAT) is part of the college entrance exam in the U.S. The SAT vocabulary consists of words frequently used in the SAT test.

Contributors in Λεξιλόγιο SAT

SAT vocabulary

μειώνω την σημασία

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Να αποτύχει να θέσει αρκετά, έντονα ως μια υπόθεση.

μεσολαβώ

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Παρεμβαίνω ανάμεσα σε δύο πρόσωπα ή ομάδες.

βελτιώνω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Διορθώνω, καλυτερεύω, σε ποιότητα, κοινωνική ή φυσική κατάσταση.

υπνωτίζω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

να υπνωτίζω, να δώσει τα υπνωτικά, ή διορθωτικά μέτρα ώστε να προκαλέσει τη νάρκωση.

απονέμω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

αποδοθούν, να δώσει τμήμα της, να καθορίσουν μερίδα, ποσότητα

μεταναστεύω

Εκπαίδευση; Λεξιλόγιο SAT

Φεύγω ή μετακινούμαι από μία χώρα σε άλλη, ή εγκαθίσταμαι σε κάποια άλλη.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

5 different Black Friday

Κατηγορία: Ιστορία   2 5 Όροι

Acquisitions made by Apple

Κατηγορία: Τεχνολογία   2 5 Όροι