Home > Όροι > Bosnian (BS) > buržuazija
buržuazija
In marxian theory, the class of people which owns the means of production.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary:
- Κλάδος/Τομέας: Sociology
- Category: Criminology
- Company: Pearson Prentice Hall
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Τροφιμα Category: Herbs & spices
matičnjak
herb (fresh sprigs) Description: Mint-like leaves, also called balm. Sweet, lemon flavor with a citrus scent. Uses: Jams and jellies, salads, soups, ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Karl Schaeffer
0
Όροι
9
Γλωσσάρια
0
Οπαδοί
Mathematical Terms in English, German and Indonesian
Κατηγορία: Εκπαίδευση 1 8 Όροι
Browers Terms By Category
- Ballroom(285)
- Belly dance(108)
- Cheerleading(101)
- Choreography(79)
- Historical dance(53)
- African-American(50)
Dance(760) Terms
- Καλλυντικά(80)
Καλλυντικά & φροντίδα του δέρματος(80) Terms
- Δημοσιογραφία(537)
- Τύπος(79)
- Δημοσιογραφία έρευνας(44)
Ειδήσεις(660) Terms
- Aeronautics(5992)
- Air traffic control(1257)
- Airport(1242)
- Aircraft(949)
- Aircraft maintenance(888)
- Powerplant(616)
Aviation(12294) Terms
- Meteorology(9063)
- General weather(899)
- Atmospheric chemistry(558)
- Wind(46)
- Clouds(40)
- Storms(37)