Home > Όροι > Croatian (HR) > pečenje

pečenje

Korištenje visoke temperature i direktnog izvora topline, osobito u pećnici. Savršena je metoda pripreme koja se koristi za pripremanje manje masnih obroka.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Seafood
  • Category: General seafood
  • Company: Red Lobster
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Marija Horvat
  • 0

    Όροι

  • 21

    Γλωσσάρια

  • 2

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Υγεία Category: Psychiatry

onihofagija

navika griženja vlastitih noktiju, nor. kad se to stalno čini i kao simptom emocionalnog poremećaja.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Famous Weapons

Κατηγορία: Objects   1 20 Όροι

Intro to Psychology

Κατηγορία: Εκπαίδευση   1 5 Όροι