Home > Όροι > Kazakh (KK) > тік корпус

тік корпус

A housing that is through bored. The machining passes all the way through the housing forming a through hole.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Machine tools
  • Category: Bearings
  • Company: Timken
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Mankent2
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 11

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Water bodies Category: Lakes

көл

A body of relatively still fresh or salt water of considerable size, localized in a basin that is surrounded by land. Lakes are inland and not part of ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Maluku Tourism

Κατηγορία: Travel   2 17 Όροι

Basics of CSS

Κατηγορία: Εκπαίδευση   1 8 Όροι