Home > Όροι > Macedonian (MK) > констрикција

констрикција

Narrowing of a vessel or structure.

0
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

zocipro
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 18

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Animals Category: Snakes

Кобра

Високо отровна змија од семејството елапидај родено во Азија и Африка. Кога се вознемирени, кобрата ја крева главата и ја проширува кожата на вратот ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Most Brutal Torture Technique

Κατηγορία: Ιστορία   1 7 Όροι

Material Engineering

Κατηγορία: Μηχανική   1 20 Όροι