Home > Όροι > Macedonian (MK) > органски

органски

Се однесува на супстанциите добиени од живи организми.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Υγεία
  • Category: General
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

ane.red
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 4

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Εκπαίδευση Category: Teaching

говорни способности

skills or abilities in oral speech, ability of speech, fluency in speaking

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Potatoe

Κατηγορία: Food   1 9 Όροι

Tasting Brazil

Κατηγορία: Food   1 1 Όροι