Home > Όροι > Σερβικά > чишћење ране

чишћење ране

Процес уклањања мртвог или девитализованог ткива пре реконструктивне или естетске операције.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Ομορφιά
  • Category: Cosmetic surgery
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Papovic
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 0

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Events Category: Disasters

Černobilj

Katastrofa koja se desila u Černobiljskoj elektrani 1986, gdje je jedan od četiri nuklearna reaktora u elektrani eksplodirao, rezultirajući da je bar ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Super Bowl XLIX

Κατηγορία: Σπορ   3 6 Όροι

Microsoft

Κατηγορία: Animals   3 6 Όροι