Home > Όροι > Σερβικά > primalac

primalac

igrač koji dobija pas (dodavanje) od saigrača.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Σπορ
  • Category: Soccer
  • Company:
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Sanja Milovanovic
  • 0

    Όροι

  • 5

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Travel Category: Cruise

Титаник

Злогласни путнички брод који је потонуо након удара у ледени брег на свом првом путовању из Саутемптона, Велика Британија ка Њујорку у априлу 1912. ...

Συμβάλλων

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Astrill

Κατηγορία: Τεχνολογία   1 2 Όροι

Financial contracts

Κατηγορία: Νομική   2 12 Όροι