Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > al dente
al dente
describe la pasta que ha sido cocida a fin de ser firme pero no dura. También se utiliza para referirse al arroz y a los frijoles.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: adjective
- Συνώνυμο(α):
- Blossary: ABCD AWARD
- Κλάδος/Τομέας: Restaurants
- Category: Fine dining
- Company:
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Photography Category: Professional photography
mesa de luz
box of fluorescent tubes balanced for white light and covered with translucent glass or plastic. Used for viewing, registering or correcting film ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Browers Terms By Category
- Chocolate(453)
- Hard candy(22)
- Gum(14)
- Gummies(9)
- Lollies(8)
- Caramels(6)
Γλυκά και Ζαχαροπλαστική(525) Terms
- Digital Signal Processors (DSP)(1099)
- Test equipment(1007)
- Semiconductor quality(321)
- Silicon wafer(101)
- Components, parts & accessories(10)
- Process equipment(6)
Semiconductors(2548) Terms
- General packaging(1147)
- Bag in box(76)
Packaging(1223) Terms
- Υλικό φυσικών επιστημών(1710)
- Μεταλλουργία(891)
- Τεχνολογία διάβρωσης(646)
- Μαγνητική(82)
- Τεστ απόδοσης(1)