Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > chicharrón
chicharrón
Chicharrón is the deep-fried, salted and crunchy pork rind. It is a typical Dominican snack (or picadera as they would call it) and you can easily buy it on the street. It's great accompanied by fried plantains and a cold beer.
0
0
Βελτίωση
- Μέρος του λόγου: noun
- Συνώνυμο(α):
- Blossary: Dominican slang
- Κλάδος/Τομέας: Τροφιμα
- Category: Snacks
- Company:
- Προϊόν:
- Ακρώνυμο-συντόμευση:
Άλλες γλώσσες:
Τι θέλετε να πείτε;
Ορολογία Ειδήσεων
Featured Terms
Κλάδος/Τομέας: Video games Category: Fighting games
bloqueo
Una acción defensiva que mitiga o nulifica el daño recibido. A menudo sólo bloquea los ataques que vienen desde ciertos ángulos y puede ser ...
Συμβάλλων
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Tatevik888
0
Όροι
5
Γλωσσάρια
0
Οπαδοί
Top 10 Inspirational Books of All Time
Κατηγορία: Λογοτεχνία 1 12 Όροι
Browers Terms By Category
- Festivals(20)
- Religious holidays(17)
- National holidays(9)
- Observances(6)
- Unofficial holidays(6)
- International holidays(5)
Holiday(68) Terms
- Φυσικό αέριο(4949)
- Άνθρακας(2541)
- Πετρέλαιο(2335)
- Αποτελεσματικότητα ενέργειας(1411)
- Ατομική ενέργεια(565)
- Αγορά ενέργειας(526)
Ενέργεια(14403) Terms
- Zoological terms(611)
- Animal verbs(25)
Zoology(636) Terms
- Wedding gowns(129)
- Wedding cake(34)
- Grooms(34)
- Wedding florals(25)
- Royal wedding(21)
- Honeymoons(5)