Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > común

común

A written or spoken statement that is flat, dull, or commonplace.

0
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

jorbuacar
  • 0

    Όροι

  • 1

    Γλωσσάρια

  • 1

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Anatomy Category:

acnestis

The part of the body that cannot be reached (to scratch), usually the space between the shoulder blades.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

Blood Types and Personality

Κατηγορία: Ψυχαγωγία   2 4 Όροι

French Saints

Κατηγορία: Θρησκεία   1 20 Όροι