Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > xenotansplante

xenotansplante

Tissue or organs from an individual of one species transplanted into or grafted onto an organism of another species, genus, or family. A common example is the use of pig heart valves in humans..

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Biology
  • Category: Genome
  • Company: U.S. DOE
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

cesarpretelli
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 0

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Πολεμικές τέχνες Category: Body art

cara de dona

Se logra una nueva expresión de arte corporal mediante el goteo de una solución salina sobre la frente hasta que se forma una protuberancia grande. ...

Διακεκριμένα γλωσσάρια

EMA, SmPC and PIL terms in EN, FI

Κατηγορία: Επιστήμη   2 4 Όροι

Notorious Gangs

Κατηγορία: Other   2 9 Όροι