Home > Όροι > Spanish, Latin American (XL) > inmunoterapia

inmunoterapia

Using the immune system to treat disease, for example, in the development of vaccines. May also refer to the therapy of diseases caused by the immune system.

See also: cancer.

0
  • Μέρος του λόγου: noun
  • Συνώνυμο(α):
  • Blossary:
  • Κλάδος/Τομέας: Biology
  • Category: Genome
  • Company: U.S. DOE
  • Προϊόν:
  • Ακρώνυμο-συντόμευση:
Προσθήκη στο Γλωσσάρι μου

Τι θέλετε να πείτε;

Πρέπει να συνδεθείτε για να δημοσιεύσετε σε συζητήσεις.

Ορολογία Ειδήσεων

Featured Terms

Violeta Gil
  • 0

    Όροι

  • 0

    Γλωσσάρια

  • 9

    Οπαδοί

Κλάδος/Τομέας: Γλώσσα Category: Funniest translations

si le roban

If you have anything stolen, please contact the police immediately.

Διακεκριμένα γλωσσάρια

AQUARACER

Κατηγορία: Μόδα   1 2 Όροι

Mario Puzo

Κατηγορία: Arts   1 9 Όροι

Browers Terms By Category