Home > Βιομηχανία/Τομέας > Λογιστική > Payroll
Payroll
Of or relating to the financial record of employees' salaries, wages, bonuses, net pay, and deductions.
Industry: Λογιστική
Προσθήκη νέου όρουContributors in Payroll
Payroll
διαχειριστής αιτήσεων/υπηρεσία διαχείρησης αιτήσεων
Λογιστική; Payroll
Υπηρεσία διαχείρησης αιτήσεων όπου η προμηθεύουσα εταιρεία δέχεται την αίτηση στον τόπο που βρίσκεται και ο πελάτης αποκτά πρόσβαση σ'αυτήν μέσω διαδικτύου. ...
αίτηση μέσω υπολογιστή
Λογιστική; Payroll
Ορος της ίδιας μέρας, διαδικασίες εγκατάστασης για καταβολή φόρων μέσω Υπολογιστή.
ομάδα εξάρτησης
Λογιστική; Payroll
Ασφάλειας ζωής για θάνατο στην περίπτωση θανάτου του συζύγου ή τέκνων.
ομαδική ασφάλιση ζωής
Λογιστική; Payroll
Ομαδική ασφάλιση που παρέχεται στους υπαλλήλους με κόστος του εργοδότη, υπάλληλο ή και τους δύο.
δηλωτικό ημερομισθίων ετησίως
Λογιστική; Payroll
Το σύστημα της Διοίκησης Κοινωνικής Ασφάλισης να εκδίδει δηλωτικά ημερομισθίων σε ετήσια βάση από τους εργοδότες στον Τύπο ...
εντολές για ημερομίσθια
Λογιστική; Payroll
Οδηγίες κρατικού φορέα που ορίζουν τα ημερομίσθια και τις ώρες εργασιας συνήθως για ειδικούς τομείς.
Διακεκριμένα γλωσσάρια
Silentchapel
0
Όροι
95
Γλωσσάρια
10
Οπαδοί