Home > Βιομηχανία/Τομέας > Νομική; Legal services > General law
General law
Common terminology used in legal business.
Industry: Νομική; Legal services
Προσθήκη νέου όρουContributors in Γενική νομική
General law
emphyteusis
Νομική; Γενική νομική
Δικαίωμα υπό ανάθεση και καθόδου, χρεώνονται σε παραγωγική ακίνητη περιουσία. Το πρόσωπο που έχει αυτό το δικαίωμα να απολαύσετε το ακίνητο, με την προϋπόθεση της τη φροντίδα της περιουσίας ή να ...
επιβάρυνση
Νομική; Γενική νομική
Είναι μια επιβάρυνση (αξίωση, ενεχύρου ή ευθύνη) που συνδέονται με τη γη ή τους ενδιαφέρον στη γη από τον ιδιοκτήτη της γης. Παραδείγματα είναι χρέωση, υποθήκη, ...
έγκριση
Νομική; Γενική νομική
Θεώρηση είναι να εγγράψουν ή υπογράψτε το όνομά του στο πίσω μέρος του ελέγχου για να συγκεντρώσει χρήματα είτε με πίστωση εκπροσωπούνται εκ πρώτης ...
κληροδότημα
Νομική; Γενική νομική
Προικοδότησης είναι πράξη ή διαδικασία παροχής των χρημάτων ή περιουσιακών στοιχείων για ένα συγκεκριμένο λόγο ή σκοπό. Συνήθως δίνεται δωρεάν σε κάθε φορέα που το εισόδημα των οποίων προέρχεται από ...
ακαθάριστου περιουσία
Νομική; Γενική νομική
Το σύνολο της κληρονομιάς που ένα πρόσωπο που κατέχει τη στιγμή του θανάτου του, συμπεριλαμβανομένου του real και τα προσωπικά αντικείμενα, τα οποία μπορεί να περάσει από τη βούληση ή από εξ ...
ακαθάριστο εισόδημα
Νομική; Γενική νομική
Το συνολικό εισόδημα ενός ατόμου ή επιχείρησης από όλες τις πηγές, πριν από την αφαίρεση των συντάξεων, απαλλαγές ή προσαρμογές ονομάζεται ακαθάριστο ...
Ολική μίσθωση
Νομική; Γενική νομική
Μίσθωση μια επίπεδη ποσό που καταβάλλει ο μισθωτής προς ενοικίαση, εκ των οποίων ο εκμισθωτής πληρώνει όλα τα ...